ἐπεισφέρειν

ἐπεισφέρειν
ἐπεισφέρω
bring in besides
pres inf act (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • επεισφέρω — ἐπεισφέρω (Α) 1. φέρνω επί πλέον ή μετά από άλλο («ἐπεισφέρειν κακοῡ κάκιον ἄλλο πῆμα», Αισχύλ.) 2. παρουσιάζω (ιδίως επιχειρήματα) («ἐπεισφέρειν λόγον», Αριστοφ.) 3. θάβω και άλλο νεκρό στον ίδιο τάφο 4. παρουσιάζω για υπεράσπισή μου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”